- Ναμίμπια
- Κράτος της νοτιοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αγκόλα και με τη Ζάμπια, Α με την Μποτσουάνα και με τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, Ν με τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Προσαρτημένη, ουσιαστικά, στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, μολονότι η προσάρτηση δεν αναγνωρίστηκε από τον OHE, που στις 26 Οκτωβρίου 1966 ακύρωσε την εντολή και έθεσε τη χώρα υπό την άμεση δικαιοδοσία του, η Ν. έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1990.Η χώρα διαιρείται σε δεκατρείς διοικητικές περιφέρειες (σε παρένθεση οι πρωτεύουσες και οι πληθυσμοί των διοικητικών περιφερειών το 2001): Ερόνγκο (Erongo, Σουακοπμούντ, 107.629), Καβάνγκο (Kavango, Ρούντου, 201.093), Καπρίβι (Caprivi, Κατίμα Μουλίλο, 79.852), Κάρας (Karas, Κέετμανσχοπ, 69.677), Κουνένε (Kunene, Ούτζο, 68.224), Οανγκουένα (Ohangwena, 227.728), Ομαχέκε (Omaheke, Γκομπάμπις, 67.496), Ομουσάτι (Omusati, Οσακάτι, 228.364), Οσάνα (Oshana, Ετόσα, 161.977), Οσικότο (Oshikoto, Τσουμέμπ, 160.788), Οτζοντζούπα (Otjozondjupa, Οκαχάντζα, 135.723), Χαρντάπ (Hardap, Μαρίενταλ, 67.998), Χόμας (Khomas, Γουίντχοεκ, 250.305).Επίσημη γλώσσα του κράτους είναι η αγγλική, η οποία ομιλείται από το 7% των κατοίκων της Ν. Η αφρικάανς αποτελεί την κοινή γλώσσα των περισσοτέρων κατοίκων της χώρας, και ομιλείται επίσης από το 60% των λευκών, ενώ το 32% των κατοίκων της Ν. ομιλεί την Γερμανική. Ωστόσο οι ιθαγενείς ομιλούν τις διαλέκτους των Mπαντού, των Oττεντότων και των Bουσμάνων· στο Kαπρίβι-Στριπ ομιλούν τη διάλεκτο σιλόζι (ή σικολόλο). Το 87,5 του πληθυσμού ανήκει στη μαύρη φυλή. Οι λευκοί (κυρίως γερμανικής καταγωγής) δεν ξεπερνούν το 6%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό (6,5%) αποτελείται από μιγάδες.Σύμφωνα με το σύνταγμα, αρχηγός του κράτους είναι ο πρόεδρος, ο οποίος εκλέγεται για 5 χρόνια, και όχι και περισσότερες από δύο συνεχόμενες θητείες. Τη νομοθετική εξουσία ασκεί η εθνοσυνέλευση, που έχει 72 μέλη τα οποία εκλέγονται, με άμεση και καθολική ψηφοφορία, για 5 χρόνια, καθώς και 6 μέλη τα οποία, όμως, δεν έχουν δικαίωμα ψήφου και διορίζονται από τον πρόεδρο. Λειτουργεί επίσης το εθνικό συμβούλιο, που απαρτίζεται από 26 μέλη (δύο από κάθε περιφερειακό συμβούλιο), τα οποία εκλέγονται για 6 χρόνια και αποτελούν την άνω βουλή. Τα κυριότερα κόμματα στη χώρα είναι η Λαϊκή Οργάνωση Νοτιοδυτικής Αφρικής (SWAPO), το Δημοκρατικό Κογκρέσο (COD) και το Δημοκρατικό Μέτωπο (DTA). Ο πρωθυπουργός είναι επικεφαλής της κυβέρνησης, τα μέλη της οποίας διορίζονται από τον πρόεδρο της χώρας, μεταξύ των μελών της βουλής. Αρχηγός του κράτους, από το 1990, είναι ο Σαμ Σαφισούνα Νουτζόμα, ενώ πρωθυπουργός, από τις 28 Αυγούστου 2002, είναι ο Τέο-Μπεν Γκουρίραμπ.Η δικαιοσύνη στη Ν. απονέμεται από πρωτοδικεία, ανώτερα δικαστήρια, καθώς και από το ανώτατο δικαστήριο.Το 80-90% του πληθυσμού είναι χριστιανοί, εκ των οποίων τουλάχιστον το 50% είναι Διαμαρτυρόμενοι, ενώ οι υπόλοιποι ασπάζονται παραδοσιακές τοπικές λατρείες.Η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για τα παιδιά ηλικίας από 6 έως 10 ετών. Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση διαρκεί επτά χρόνια και η δευτεροβάθμια πέντε. Λειτουργεί στη χώρα πανεπιστήμιο και ανώτερο ινστιτούτο. Το 2003, το ποσοστό αναλφαβητισμού κυμαινόταν γύρω στο 16%.Την άμυνα της χώρας εξασφαλίζει στρατός ξηράς και πολεμική αεροπορία, που στελεχώνονται από περίπου 260.000 μάχιμους άνδρες.Το 1997, αντιστοιχούσαν 3.390 κάτ. ανά γιατρό, ενώ όσον αφορά τη βρεφική θνησιμότητα, το 2002 σημειώνονταν 72 θάνατοι ανά 1.000 γεννήσεις. Το 1995, εξάλλου, δαπανήθηκε για τη δημόσια υγεία περίπου το 3,9% του ΑΕΠ της χώρας.Το έδαφος της Ν. αποτελείται στο μεγαλύτερο μέρος του από ένα μεγάλο οροπέδιο, στη δυτική άκρη των υψιπέδων που σχηματίζουν τον σκελετό όλης της νότιας Αφρικής και που προς Βορρά επεκτείνονται στην Αγκόλα. Tο μέσο ύψος του κυμαίνεται μεταξύ 1.000 και 1.500 μ., υπάρχουν όμως και κορυφές πάνω από τα 2.000 μ., ειδικά κατά μήκος της εξωτερικής πλαγιάς του οροπεδίου (Mπράντμπεργκ 2.606 μ.), που χαμηλώνει ελαφρά προς το εσωτερικό. Ένα μέρος της εξωτερικής γραμμής του οροπεδίου, με απότομες πλαγιές, προσανατολίζεται σε μια στενή παράκτια επίπεδη λωρίδα που βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό. Ολόκληρη η ατλαντική ακτή της Ν. είναι μια ερημική ζώνη, που ονομάζεται έρημος της Ν.
Το οροπέδιο είναι μια εκτεταμένη επιφάνεια ελαφρώς επικλινής προς τα ανατολικά, που το δεσπόζουν λόφοι. Αυτοί αποτελούν τους κυριότερους oρεο-υδρογραφικούς κόμβους του εδάφους· από αυτούς, πράγματι, προέρχονται οι πολυάριθμοι αύλακες, κοίτες ποταμών κατά το παρελθόν, που κατέσκαψαν σε βάθος την επιφάνεια του οροπεδίου και που σήμερα έχουν, σε μερικά σημεία, την όψη πραγματικών canyons, ειδικά σε αντιστοιχία με ανάγλυφα επίπεδου χαρακτήρα. Μικρότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, από την άποψη της διάβρωσης, οι οριζόντιες επιφάνειες των χαμηλών εκτάσεων του Βορρά (Oβαμπολάνδη) και του ανατολικού τμήματος (Kαλαχάρι), σκαμμένες εδώ και εκεί από πλατιές ποτάμιες κοίτες τύπου ουιντιάν, σχεδόν πάντα ξηρές.
Οι μόνοι αξιόλογοι ποταμοί της Ν., αν και περιθωριακοί, είναι ο Οράγγης και ο Kουνένε, οι οποίοι διακόπτονται από πολυάριθμους καταρράκτες, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η πλεύση τους.
Το κλίμα της Ν. είναι γενικά ομοιογενές και χαρακτηρίζεται από μεγάλη ξηρασία (σε περισσότερο από το μισό του εδάφους, το ύψος των βροχοπτώσεων δεν υπερβαίνει τα 250 χιλιοστά ετησίως), η οποία οφείλεται κυρίως στη γεωγραφική θέση της χώρας και στη συνήθως παράλληλη με την ακτή πορεία των αληγών ανέμων. Οι βροχοπτώσεις παρατηρούνται κυρίως το καλοκαίρι, και το ύψος τους ξεπερνά τα 500 χιλιοστά, μόνο στις βορειοανατολικές ζώνες.
Η βλάστηση είναι καθαρά ξηρόφιλου χαρακτήρα. Tο μεγαλύτερο μέρος του οροπεδίου, έως χαμηλά στην Καλαχάρι, είναι καλυμμένο από αγρωστοειδείς στέπες, με μικρά δέντρα (κυρίως ακακίες και ευφορβίες) και αγκαθωτούς θάμνους. Τέλος, αρκετές είναι οι σαβάνες και τα μικρά τροπικά δάση, κατά μήκος των ποταμών, ειδικά στα βόρεια της χώρας. Η πανίδα είναι πλούσια και περιλαμβάνει όλα τα είδη που απαντώνται στη σαβάνα (ρινόκεροι, λιοντάρια, καμηλοπαρδάλεις, ζέβρες, ελέφαντες).Φτωχό και ημιερημικό έδαφος, η νοτιοδυτική Αφρική ήταν ανέκαθεν μια ζώνη-καταφύγιο για τις ομάδες ανθρώπων που, στην πορεία των αιώνων, εκδιώκονταν από πιο ισχυρούς πληθυσμούς. H εξάπλωση των Mπαντού προς Νότο αποτέλεσε τον πρωταρχικό παράγοντα εποικισμού αυτής της χώρας, όπου δίπλα στους αρχαίους πληθυσμούς της ηπείρου (Βουσμάνοι, Οτεντότοι) ήρθαν και εγκαταστάθηκαν άλλοι λαοί, όπως οι Oβαχερέρο (Xερέρο), λαός ποιμενικός, ο οποίος αναζητούσε στα οροπέδια της Ν. περιοχές κατάλληλες για βοσκοτόπια. Σε αυτούς διείσδυσαν αργότερα οι λευκοί, κυρίως Γερμανοί, Mπόερς και Άγγλοι, καθώς και μικρές ομάδες μιγάδων, όπως οι Γκρίκουα, τους οποίους χρησιμοποιούσαν οι λευκοί στους πολέμους τους εναντίον των ιθαγενών και οι οποίοι ίδρυσαν ένα από τα πρώτα κέντρα της χώρας, το Pέχομποτ. Oι Bουσμάνοι, αρχαιότατοι κάτοικοι της νοτιοδυτικής Αφρικής, ζουν σε μικρές ομάδες στις ανατολικές περιοχές, στις άκρες ή στο εσωτερικό της ερήμου Καλαχάρι, όπου κατέφυγαν σε προηγούμενες μετακινήσεις τους και όπου έχουν δημιουργήσει μια στοιχειώδη οικονομία από το κυνήγι και τη συγκομιδή. O πληθυσμός της Ν., σύμφωνα με τους τελευταίους υπολογισμούς (2003), ανέρχεται σε 1.927.447 κατ., και η μέση πυκνότητα είναι 2,5 κάτ. ανά τ. χλμ. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι 1,49% (2003), σχετικά χαμηλός για τα δεδομένα της Αφρικής, ενώ το προσδόκιμο ζωής είναι τα 41 χρόνια για τις γυναίκες και τα 44 χρόνια για τους άντρες (2003).Εκτός από τη Σουακοπμούντ (17.681 κάτ. το 1991), τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα βρίσκονται στην κεντρική περιοχή της χώρας, μεταξύ των οποίων το Ρέμποθ (21.439 κάτ. το 1991), το Ρούντου στα βόρεια σύνορα με την Αγκόλα (19.366 κάτ. το 1991), και το Κέετμανσχοπ (15.032 κάτ. το 1991). Η πρωτεύουσα, το Oυίντχουκ (221.000 το 2003), είναι χτισμένη στην καρδιά ενός φυσικού αμφιθέατρου που το σχηματίζουν τα μεγαλύτερα βουνά της χώρας. Η πόλη, εκτός από διοικητικό κέντρο, είναι και μεγάλη αγορά για το εμπόριο των βοδιών, με εγκαταστάσεις επεξεργασίας των προϊόντων του γάλακτος. Σιδηροδρομικός κόμβος, εξυπηρετείται και από ένα διεθνές αεροδρόμιο. Το Γουόλβις Mπέι, στις ακτές του Ατλαντικού ωκεανού, είναι το σημαντικότερο λιμάνι της χώρας και συνδέεται σιδηροδρομικώς με το Oυίντχουκ.Η οικονομία της Ν., που παρά τις υποσχέσεις περί μεταρρυθμίσεων παραμένει υπό τον έλεγχο της μειονότητας των λευκών κατοίκων της χώρας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξορύξεις του ορυκτού της πλούτου. Οι εξορυκτικές δραστηριότητες στη χώρα συμβάλλουν κατά 20% στη δημιουργία του ΑΕΠ. Τα πλούσια αδαμαντωρυχεία, καθιστούν τη Ν. βασικό προμηθευτή διαμαντιών παγκοσμίως (το 2000, η παραγωγή διαμαντιών ανήλθε στα 1.520.000 καράτια). Η χώρα κατατάσσεται επίσης πέμπτη παγκοσμίως στην παραγωγή ουρανίου, ενώ παράγει επίσης μεγάλες ποσότητες μολύβδου, ψευδαργύρου, αργύρου, τουνγκστένιου κ.ά. Ο τομέας των εξορύξεων, ωστόσο, απασχολεί μόνο το 3% του εργατικού δυναμικού. Περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας εξαρτάται από μικρές γεωργικές καλλιέργειες για την επιβίωσή του. Η Ν. εισάγει συνήθως το 50% των δημητριακών που απαιτούνται για τις ανάγκες των κατοίκων της. Ως εκ τούτου, σε μακρές περιόδους ξηρασίας, η έλλειψη τροφίμων λαμβάνει δραματικές διαστάσεις στις αγροτικές περιοχές. Εξάλλου, το υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα (6.900 δολάρια το 2002), κρύβει μεγάλες ανισότητες στην κατανομή του εθνικού εισοδήματος. Σύμφωνα με μια μελέτη του 1993, το ένα τρίτο των κατοίκων της Ν. είχε ετήσιο εισόδημα μικρότερο από 1.400 δολάρια, ενώ το 2003, το 50% του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια φτώχιας.
Το 2002, το ΑΕΠ της χώρας ήταν 12.600 εκατ. δολάρια, και ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας 3,2%. Το 2001 ο πληθωρισμός ανερχόταν στο 8%, ενώ το 1998 η ανεργία άγγιζε το 35% του εργατικού δυναμικού. Το 2001, ο πρωτογενής τομέας (γεωργία) συνέβαλε κατά 11% στη δημιουργία του ΑΕΠ της χώρας, ο δευτερογενής τομέας (βιομηχανία) κατά 28% και ο τριτογενής τομέας (υπηρεσίες) κατά 61%. Το 1999, στον πρωτογενή τομέα απασχολείτο το 47% του εργατικού δυναμικού, στον δευτερογενή το 20%, και στον τριτογενή το 33% του εργατικού δυναμικού.Εξαιτίας της σπανιότητας και του ακανόνιστου ρυθμού των βροχοπτώσεων, η γεωργία έχει περιορισμένη σημασία στην οικονομία της χώρας. Στον Νότο καλλιεργούνται τα δημητριακά: καλαμπόκι, κεχρί, σιτάρι, ενώ στις περιοχές που αρδεύονται καλλιεργούνται το βαμβάκι κι ο καπνός.Αρκετά διαδεδομένη είναι η κτηνοτροφία, με την οποία ασχολείται μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Σημαντική είναι η παραγωγή κρέατος που εξάγεται στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία· συνδεδεμένη με την κτηνοτροφία είναι η βιομηχανία των γαλακτοκομικών (βούτυρο, τυριά) με πολυάριθμα κέντρα επεξεργασίας τους στο Oυίντχουκ, Kάλκφελντ, Nτορντάμπις, Oμαρούρου. Σημαντική είναι και η συμβολή της αλιείας (αστακοί και ένα είδος σαρδέλας), με κέντρα για την επεξεργασία και την κονσερβοποίηση των ψαριών στο Λίντεριτς, και στο Oυόλβις Mπέι, τα κύρια λιμάνια της χώρας. Το 1997, τα αλιεύματα άγγιξαν τους 291.000 τόνους.Ο πρώτος Ευρωπαίος που αποβιβάστηκε στο Kέιπ Kρος, στη νοτιοδυτική Αφρική (που το 1968, με απόφαση του OHE, ονομάστηκε Ν.), ήταν ο Πορτογάλος Nτιόγκο Kαν, στη διάρκεια του ταξιδιού του το 1485-86. Μολονότι τον 16ο και τον 17ο αι. οι ακτές ήταν προσιτές στα πλοία, κυρίως στα ολλανδικά, η ενδοχώρα έμεινε ανεξερεύνητη έως τον 19ο αι., τότε δηλαδή που εγκαταστάθηκαν οι Γερμανοί ιεραπόστολοι (1842) στη νοτιοδυτική Αφρική. Το 1884, ο Βίσμαρκ ανακήρυξε τα εδάφη ανάμεσα στην Oράγγη και στο Kάμπο (ακρωτήριο) Φρίου, εκτός από το Γουόλβις Mπέι, γερμανική αποικία. Tα επόμενα χρόνια, η αποικία επεκτάθηκε και τα σύνορά της καθορίστηκαν οριστικά έπειτα από συμφωνίες με την Πορτογαλία και την Αγγλία, το 1886 και το 1890. Aπό το 1893 έως το 1907, οι Γερμανοί βρίσκονταν σε συνεχή πόλεμο με τους ιθαγενείς. Εκτός από τα επεισόδια μικρότερης σημασίας, αξιόλογοι ήταν οι πόλεμοι πρώτα εναντίον των Oττεντότων Nάμα (1893-94), των οποίων ο αρχηγός Oυιτμποόι υποτάχτηκε και συνεργάστηκε με τους Γερμανούς για αρκετά χρόνια· έπειτα εναντίον των Oβαχερέρο (1896), εναντίον του συνασπισμού των Nάμα και Oβαχερέρο (1900), εναντίον των Mποντέι (1903-04), και τελικά εναντίον και πάλι των Oβαχερέρο, με τους οποίους είχε ενωθεί ο Oυιτμποόι, μετά από την εξέγερσή του εναντίον των Γερμανών (1904-07). Στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, στη διάρκεια του οποίου τα γερμανικά στρατεύματα ηττήθηκαν από τις δυνάμεις των Άγγλο-Mπόερς της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, υπό την αρχηγία του στρατηγού Mπόθα, η Κοινωνία των Εθνών ανέθεσε, με τη συνθήκη των Βερσαλιών, τη διακυβέρνηση της γερμανικής νοτιοδυτικής Αφρικής στη Νοτιοαφρικανική Ένωση (17 Δεκεμβρίου 1920), ως εντολή τύπου Γ, σύμφωνα με την οποία μπορούσε να διοικεί εκείνα τα εδάφη ως τμήμα των δικών της. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία εισήγαγε στη χώρα ένα πολιτικό και νομοθετικό καθεστώς παρόμοιο με το δικό της. Ωστόσο, ο OHE δεν αναγνώρισε την προσάρτηση και (Οκτώβριος 1966) ανακάλεσε την εντολή και έθεσε τη χώρα υπό τη δική του δικαιοδοσία. Όμως οι αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών δεν επέφεραν κανένα αποτέλεσμα, καθώς η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία φανέρωσε την πρόθεσή της να προσαρτήσει τη χώρα έστω και τυπικά.
H αντίθεση μέσα στη Νοτιοδυτική Αφρική, που εκφράστηκε κατά της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, οδήγησε στην ίδρυση, το 1957, της κυριότερης οργάνωσης για την απελευθέρωση του έθνους, της Λαϊκής Οργάνωσης της Νοτιοδυτικής Αφρικής (SWAPO). Tο 1966, η στρατιωτική πτέρυγα της SWAPO άρχισε ένοπλο αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας, εξορμώντας από βάσεις της Αγκόλας και της Ζάμπιας, με επικεφαλής τον πρόεδρό της Σαμ Nουτζόμα. Ο ΟΗΕ επέκρινε διαρκώς τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία για την επέκταση του καθεστώτος του απαρτχάιντ στο έδαφος της Νοτιοδυτικής Αφρικής. Το 1966, η γενική συνέλευση του OHE ψήφισε τον τερματισμό της εντολής της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας και από το 1968 ονόμασε τη χώρα Ν. Το 1971, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έκρινε ότι η παρουσία της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας ήταν παράνομη και, δύο χρόνια αργότερα, η γενική συνέλευση του OHE αναγνώρισε τη SWAPO ως τον αυθεντικό εκπρόσωπο του λαού της Ν.
Το 1978, άρχισαν οι πρώτες συνομιλίες μεταξύ της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, της SWAPO και μιας ομάδας επαφής των δυτικών χωρών που μετείχαν τότε στο συμβούλιο ασφαλείας του OHE.
O OHE συγκάλεσε όλες τις πλευρές σε διάσκεψη στη Γενεύη, το 1981. H διάσκεψη δεν είχε επιτυχία, γιατί η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία, υποστηριζόμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, επέμενε πως κάθε αποχώρηση των δυνάμεών της από τη Ν. θα έπρεπε να συνδεθεί με την αποχώρηση των κουβανικών δυνάμεων από την Αγκόλα. Το 1983, η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία διέλυσε την υποτιθέμενη εθνοσυνέλευση και ανέλαβε την άμεση διακυβέρνηση της Ν.
Το 1986, η κυβέρνηση της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας δέχθηκε να εφαρμόσει την απόφαση 435 του OHE, με την προϋπόθεση να αποχωρήσουν οι Κουβανοί από την Αγκόλα, αλλά λίγο αργότερα ανακάλεσε την απόφασή της. Tο 1987, οι αντάρτες της SWAPO συνέχισαν τις επιχειρήσεις τους στις περιοχές όπου οι λευκοί διατηρούσαν τις φυτείες τους, ενώ η κυβέρνηση της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας προσπάθησε να εγκαθιδρύσει μια μεταβατική κυβέρνηση εθνικής ενότητας στη Ν. Στις αρχές του 1988, η Αγκόλα και η Κούβα συμφώνησαν, με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών, για την πλήρη αποχώρηση των κουβανικών δυνάμεων από την Αγκόλα, με την προϋπόθεση να αποσύρει η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία την υποστήριξή της προς τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες στην Αγκόλα.
Τελικά, μετά από αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις και υπαναχωρήσεις, κυρίως από την πλευρά της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, στις 22 Δεκεμβρίου 1988 η Αγκόλα, η Κούβα και η Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία υπέγραψαν επίσημη συνθήκη με την οποία όριζαν την 1η Απριλίου 1989 ως ημερομηνία εφαρμογής της απόφασης 435 του ΟΗΕ.
Oι εκλογές έγιναν τον Νοέμβριο του 1989 και η SWAPO κέρδισε το 57% των ψήφων, εξασφαλίζοντας την πλειοψηφία των εδρών στη συνέλευση, ενώ το κόμμα των λευκών εποίκων απέσπασε το 28% των ψήφων. Τον Φεβρουάριο του 1990, η συντακτική συνέλευση υιοθέτησε σχέδιο συντάγματος με το οποίο εγκαθιδρύθηκε πολυκομματική δημοκρατία και εξέλεξε τον Nουτζόμα πρώτο πρόεδρο της χώρας. Στις 21 Μαρτίου 1990, η Ν. έγινε ανεξάρτητη και οι επόμενοι μήνες χαρακτηρίστηκαν από την προσπάθεια της κυβέρνησης να εγκαθιδρύσει τη νέα εξουσία, εν μέσω αποπειρών ανατροπής της από στελέχη της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών της προηγούμενης διοίκησης. Ωστόσο, στο ίδιο διάστημα, η Διεθνής Αμνηστία ζήτησε από την κυβέρνηση της Ν. να εξετάσει τις κατηγορίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη SWAPO, στη διάρκεια του αγώνα της για την ανεξαρτησία.
Στις πρώτες εκλογές που έγιναν μετά την ανεξαρτησία, τον Δεκέμβριο του 1994, ο Nουτζόμα εξελέγη για δεύτερη θητεία με το 76% των ψήφων, ενώ η SWAPO εξασφάλισε το 74% των ψήφων για την εθνοσυνέλευση.
Μετά την ανεξαρτησία της Ν., το λιμάνι του Γουόλβις Mπέι και η γύρω περιοχή παρέμειναν στην δικαιοδοσία της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας. Μετά από διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές, η Ν. ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της περιοχής αυτής, τον Μάρτιο του 1994. Το 1999 σημαδεύτηκε από εσωτερικές συγκρούσεις μεταξύ δυνάμεων του καθεστώτος και αυτονομιστών της περιοχής Καπρίβι. Κατά τις προεδρικές εκλογές του 1999, ο Νουτζόμα επανεξελέγη για τρίτη φορά και το SWAPO κέρδισε το 77% των ψήφων. Το 2000, η χώρα δέχτηκε μεγάλο κύμα προσφύγων από τη γειτονική Αγκόλα.Σύμφωνα με το αρχείο ομογενειακών οργανώσεων, στη Ν. ζουν και εργάζονται 20 Έλληνες (2002).
Γυναίκες της Ναμίμπια με τοπικές ενδυμασίες. Τα φανταχτερά χρώματα, τα φαρδιά φορέματα και τα κοσμήματα με χάντρες, αρέσουν ιδιαίτερα σε πολλούς λαούς της Αφρικής.
Ο πρόεδρος της Ναμίμπια Σαμ Νουγιόμα.
Μερική άποψη της Ουίντχουκ. Στη πόλη αυτή ζουν πολλοί λευκοί άποικοι, προτεσταντινού δόγματος.
Αεροφωτογραφία από την έρημο της Ναμίμπιας (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Αεροφωτογραφία από το Μπόρντερ της Ναμίμπιας (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Μερική άποψη της πόλης Ουίντχουκ, οικονομικού κέντρου της Ναμίμπιας.
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ναμίμπια Έκταση: 825.418 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.927.447 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Ουίντχουκ (221.000 κάτ. το 2003)
Dictionary of Greek. 2013.